Εργαστήριο Συστημάτων Θεματικής Πρόσβασης ΠΑΔΑ: Θησαυρός 2025

Δόγματα πίστεως

Definition note (Σημείωση ορισμού)

δόγμα: θεμελιώδης αρχή που δεν υπόκειται σε έλεγχο ή σε κριτική και που γίνεται υποχρεωτικά δεκτή.

https://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/lexica/triantafyllides/search.html?lq=%CE%B4%CF%8C%CE%B3%CE%BC%CE%B1&dq=

πίστη:  η αποδοχή της ύπαρξης και της παρουσίας ανώτατου όντος, η θρησκεία ή το θρησκευτικό δόγμα.
Λεξικό της κοινής νεοελληνικήςhttps://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/lexica/triantafyllides/search.html?lq=%CF%80%CE%AF%CF%83%CF%84%CE%B7&dq=

Δόγματα πίστεως

Date of creation
24-May-2025
Accepted term
24-May-2025
Descendant terms
0
More specific terms
0
Alternative terms
0
Related terms
0
Notes
1
Metadata
Search
  • Search Δόγματα πίστεως  (Wikipedia)
  • Search Δόγματα πίστεως  (Google búsqueda exacta)
  • Search Δόγματα πίστεως  (Google scholar)
  • Search Δόγματα πίστεως  (Google images)
  • Search Δόγματα πίστεως  (Google books)